ΑΠΟΦΑΣΗ 462/2018
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι να είναι ανέφικτο να προκύψει με απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς σε ποιο ποσό ανέρχονται οι παράνομες χρεώσεις του λογαριασμού, ήτοι τα ποσά που χρεώθηκαν λόγω του παράνομου ανατοκισμού της εισφοράς του ν. 128/1975, με τις οποίες (χρεώσεις) επιβαρύνθηκε η ένδικη απαίτηση, διότι απαιτούνται λόγω της πολυπλοκότητας των αριθμητικών και λογιστικών πράξεων, ειδικές γνώσεις της οικονομικής (λογιστικής) επιστήμης. Η ακυρότητα των επιμέρους ποσών επηρεάζει την αποδειξιμότητα με έγγραφα, αλλά και το εκκαθαρισμένο του συνόλου της απαίτησης, αφού από τα εν λόγω αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων που προσκομίστηκαν από την καθ’ ης η αίτηση δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των επιμέρους ποσών, αφενός λόγω του είδους των εγγράφων, αφετέρου δε λόγω της ενσωμάτωσης στο λογαριασμό των ποσών του ανατοκισμού της εισφοράς στα ποσά του ανατοκισμού των τόκων και εξόδων, με περαιτέρω συνέπεια την αδυναμία προσδιορισμού του πραγματικού της οφειλής και αντίστοιχα της απαίτησης της καθ’ ης. Συνεπώς, ο παράνομος αυτός εκτοκισμός και ανατοκισμός των ποσών της εισφοράς γίνονταν με την ενσωμάτωση στο επιτόκιο υπολογισμού των πάσης φύσεως τόκων και προκύπτει τόσο από το απόσπασμα του λογαριασμού που τηρήθηκε, που δεν διακρίνει ως προς τους τόκους, αλλά και από τον ως άνω όρο της σύμβασης (ad hoc ΕφΛαμ 124/2007 Αρμ. (2009) 63.1190 και ΤΝΠ ΔΣΑ).