ΑΠΟΦΑΣΗ 45/2021
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΣΕΡΡΩΝ
ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Ειδική Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών-Ανακοπές

… Δεδομένης όμως της διαρκούς επέκτασης των μαζικών συναλλαγών με συνέπεια τη συνηθέστατη προσχώρηση του ασθενέστερου οικονομικά μέρους σε μονομερώς διατυπωμένους όρους, πρέπει να γίνει δεκτή η επέκταση της προστασίας του καταναλωτή και στις τραπεζικές συναλλαγές. Και τούτο διότι από την ευρεία, ως ανωτέρω, διατύπωση της διάταξης του άρθρου 1 παρ.4 περ.α’ του ν.2251/1994 δεν συνάγεται οποιαδήποτε πρόθεση του νομοθέτη να αποκλείσει από το πεδίο εφαρμογής του νόμου της συναλλαγές αυτές. Οι συνήθεις τραπεζικές υπηρεσίες μεταξύ των οποίων και η χορήγηση δανείων και πιστώσεων, απευθύνονται πάντοτε στον τελικό τους αποδέκτη, διότι αναλώνονται με τη χρήση τους , αποκλείοντας το στάδιο της περαιτέρω μεταβίβασής τους.

…Ο πιστοδότης  ως άνω πιστωτικός  Συνεταιρισμός (καθ’ ου η ανακοπή) ήταν «προμηθευτής» υπό την έννοια του άρθρου 1 παρ.4 περ.β του ν.2251/1994 (όπως ίσχυε πριν το ν.4512/2018), ενώ οι ανακόπτουσες ήταν καταναλωτές βάσει του άρθρου 1 παρ.4  περ.ββ’ του ν.2251/1994 (όπως ίσχυε πριν το ν.4512/2018). Στους 1ο και 14ο όρους της ένδικης σύμβασης  περιέχεται η επιβάρυνση του ανακόπτοντος με την εισφορά του ν. 128/1975 , με αντίστοιχη απαλλαγή του καθ’ ου η ανακοπή από αυτής (εισφορά). Πέραν της ευθείας αντίθεσης στο νόμο ως προς την επιβολή της εισφοράς σε βάρος του ανακόπτοντος, αφού το καθοριζόμενο  στο ν.128/1975 μοναδικό, σαφές υποκείμενο απόδοσης της εν λόπγω εισφοράς είναι τα πάσης φύσεως πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν στην Ελλάδα, επιπλέον στο κείμενο της συγκεκριμένης σύμβασης δεν προβλέπεται αιτία (causa) επιδόσεως (acyurirendi credenti) ως προς τη συγκεκριμένη παροχή, ήτοι δεν υφίσταται ειδική αιτιολογία για τη συμβατική μετακύλιση αυτής της συμφοράς και επομένως, η συμφωνία ελευθέρως τυγχάνει άκυρη.  Οι συγκεκριμένοι συμβατικοί όροι είναι άκυροι, καταχρηστικοί και αδιαφανείς, καθόσον δημιουργούν πρόσθετη επιβάρυνση σε βάρος  του ανακόπτοντος, ενόψει του ότι η εισφορά του ν.128/1975 αποτελεί δημοσιονομικό βάρος, που επιβαρύνει τα πιστωτικά ιδρύματα, εις τρόπον ώστε μόνο τυπικός νόμος και όχι σύμβαση να είναι δυνατό να επιβάλλει φόρο ή άλλο οικονομικό βάρος σε πολίτες (αρθ.75Σ) και ως εκ τούτου, η κατά κυριολεξία μετάθεση του φόρου θα σήμαινε τουλάχιστον καταστρατήγηση του νόμου, που προέβλεψε για συγκεκριμένο λόγο της εισφορά. Περαιτέρω, από τα αποσπάσματα τωβ εμπορικών βιβλίων του καθ’ ου η ανακοπή, αποδεικνύεται ότι από την αρχή της λειτουργίας της ένδικης συμβάσεως, ο καθ’ ου η ανακοπή Συνεταιρισμός, όχι μόνο μετακυλούσε παράνομα την εισφορά του ν.128/1975 στον ανακόπτοντα, αλλά επιπλέον, κεφαλαιοποιούσε την εν λόγω εισφορά κάθε φορά που χρέωνε τόκους πάσης φύσεως, προέβαινε δε και σε παράνομο ανατοκισμό της, αφού στο εκάστοτε πρκύπτον κεφάλαιο υπολόγιζε τόκους (εκτοκισμός) , οι οποίοι περιείχαν και ποσά εισφοράς του ν.128/1975, στο νέο δε προκύπτον κεφάλαιο υπολόγιζε νέους τόκους , οι οποίοι, επίσης, περιείχαν και την ανωτέρω εισφορά (εκτοκισμός και ανατοκισμός της εισφοράς).