ΑΠΟΦΑΣΗ 54/2018
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΡΟΔΟΛΙΒΟΥΣ
ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ειδικότερα, η επιβάρυνση της συνολικής οφειλής και με την εισφορά του ν. 128/1975 έρχεται σε προφανή αντίθεση με τις ρυθμίσεις του ν.2912/2001, κατά τον οποίο στην τελική οφειλή του δανειολήπτη δεν είναι επιτρεπτός ο συνυπολογισμός οποιασδήποτε περαιτέρω επιβάρυνσης και ειδικότερα οποιουδήποτε φόρου, τέλους, εισφοράς ή εξόδων. Άλλωστε, η διαλαμβανόμενη στην αρχή του άρ. 42 του ν.2912/2001 φράση «Κατ’ εξαίρεση των κείμενων διατάξεων» αναμφισβητήτως υποδηλώνει την επιθυμία του νομοθέτη να απαλλάξει τον δανειολήπτη από υπέρμετρη επιβάρυνση αλλά και να οριοθετήσει την εν γένει έκταση των εκ του δανεισμού υποχρεώσεων του, είτε αυτές είναι συμβατικές (όπως η άνω εισφορά του ν.128/1975) είτε είναι νόμιμες ( όπως ο ΕΦΤΕ του ν.1676/1986 βλ. και την ΑΠ 1356/2012). Εξάλλου, ακόμη και η τυχόν αναγνώριση της οφειλής εκ μέρους ου ανακόπτοντος δεν καλύπτει την επιβολή του ανωτέρω άκυρου όρου, διότι η αποδοχή Γ.Ο.Σ εκ μέρους καταναλωτή, με την ένταξη τούτου στη συναφθείσα σύμβαση, δεν τον καθιστά έγκυρο, αν βέβαια ήταν άκυρος, διότι οι κανόνες για τον έλεγχο καταχρηστικότητας τους, με βάση τα κριτήρια των παρ. 6 και 7 του άρθρου 2 του Ν.2251/1994, είναι κανόνες αναγκαστικού δικαίου κατ’ άρθρο 3 ΑΚ, από την εφαρμογή των οποίων δεν είναι δυνατή η συμβατική παραίτηση που απαγορεύει την κατάχρηση ενός θεσμού. Επομένως, ο ανωτέρω όρος είναι άκυρος ως καταχρηστικός και ο σχετικός λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός.